22 Ιανουαρίου 2014

Σοφία Βέμπο: Μια ζωή σαν παραμύθι


Photo credit: Murray Korman © 1947

Κείμενο του μουσικολόγου Λάμπρου Λιάβα από το έντυπο πρόγραμμα της μουσικοθεατρικής παράστασης «Η Μαρινέλλα συναντά τη Βέμπο» (σε κείμενα και σκηνοθεσία του Πέτρου Ζούλια) στο Θέατρο «Μπάντμιντον» της Αθήνας, Ιανουάριος 2014


Η Σοφία Βέμπο γεννήθηκε το 1910 στην Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης. Η οικογένεια της έμεινε στην Κωνσταντινούπολη ως το 1921, οπότε κι' εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες στο Βόλο.

Αν και δεν έκανε ποτέ μουσικές σπουδές, το ταλέντο της στο τραγούδι εκδηλώθηκε από μικρή ηλικία. Η πρώτη της εμφάνιση έγινε το 1933 στο κέντρο «Αστόρια» της Θεσσαλονίκης, με το όνομα Έφη Βέμπο (το όνομα της οικογενείας της ήταν Μπέμπο). Τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς πέρασε με επιτυχία στο θεατρικό σανίδι, στην Αθηναϊκή επιθεώρηση «Παπαγάλος» του Αντώνη και της Λόλας Βώττη, στο θέατρο «Κεντρικόν» της Πλατείας Κολοκοτρώνη. Η βαθιά φωνή της με τα θερμά ηχοχρώματα, η καθαρή άρθρωση και η έντονη θεατρική της παρουσία την έκαναν αμέσως να ξεχωρίσει, σε σχέση με τον επιτηδευμένο και θεατρινίστικο τρόπο ερμηνείας της «σοπράνο λετζέρα» που χαρακτήριζε πολλές τραγουδίστριες εκείνης της περιόδου.

Ξεκινώντας από την επιθεώρηση, με το τραγούδι «Τσιγγάνα μαυρομάτα», η Βέμπο καθιερώθηκε, σε σύντομο χρονικό διάστημα, ως μια από τις κορυφαίες ερμηνεύτριες στο θέατρο και στη δισκογραφία, καθώς από το 1935 άρχισε να ηχογραφεί και στην «Κολούμπια».

Απέδωσε κομμάτια των σπουδαιότερων συνθετών της εποχής του μεσοπολέμου καθώς και της μεταπολεμικής περιόδου: Κώστα Γιαννίδη, Μιχάλη Σουγιούλ, Γρηγόρη Κωνσταντινίδη, Χρήστου Χαιρόπουλου, Θεόφραστου Σακελλαρίδη, Ιωσήφ Ριτσιάδη, Μίμη Κατριβάνου, Λεό Ραπίτη, Γιάννη Βέλλα, Μενέλαου Θεοφανίδη, Νίκου Ντ' Άντζελις, Μηνά Πορτοκάλη, Γιάννη Κυπαρίσση, Τάκη Μωράκη, Ευάγγελου Λυκιαρδόπουλου, Άκη Σμυρναίου κ.ά.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, χάρη στη δημοτικότητα της, επέβαλε τους δικούς της όρους στα συμβόλαια με την «Κολούμπια», διεκδικώντας το δικαίωμα να επιλέγει η ίδια το ρεπερτόριο της και να εισπράττει ποσοστό 10% επί των πωλήσεων, σε μιαν εποχή που όλοι οι άλλοι τραγουδιστές πληρώνονταν εφάπαξ μόνο για την ηχογράφηση! Η διαφοροποίηση αυτή αποτυπώνεται και στις εκδόσεις των παρτιτούρων με τις μεγάλες της επιτυχίες, όπου κυριαρχούν τα εντυπωσιακά πορτραίτα της, σε αντίθεση με τους άλλους τραγουδιστές της εποχής.

Το 1938 υπήρξε η χρονιά της απόλυτης επιτυχίας της, όταν πραγματοποίησε περιοδεία στην ομογένεια της Πόλης, του Καΐρου και της Αλεξάνδρειας, ενώ παράλληλα έκανε και το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο, δίπλα στον δημοφιλή ηθοποιό της εποχής Μάνο Φιλιππίδη, με την ταινία «Προσφυγοπούλα» που γυρίστηκε στα κινηματογραφικά στούντιο της Αιγύπτου, σε σενάριο του Δημήτρη Μπόγρη. Η ηθοποιία της και τα τραγούδια του Κώστα Γιαννίδη σε στίχους του Αιμίλιου Σαββίδη την οδήγησαν σε μια μεγάλη επιτυχία και στον αριθμό - ρεκόρ για την εποχή των 25.000 εισιτηρίων!

Την ίδια χρονιά λανσάρισε και τα «δημοτικοφανή» τραγούδια, με ανάλογη αμφίεση (τσεμπέρι και κλαρωτή φούστα) και μίμηση της προφοράς. Η νέα αυτή «μόδα» -μέσα στη δικτατορία του Mεταξά- απέκτησε μεγάλη δημοτικότητα, καθώς έδωσε στο πρόσφατα αστικοποιημένο κοινό -είτε χιουμοριστικά, είτε νοσταλγικά- μια ψευδαίσθηση επικοινωνίας με την ελληνική παράδοση.

Η κήρυξη του πολέμου βρήκε τη Βέμπο στην πρώτη γραμμή της δημοσιότητας στο μουσικό θέατρο και στη δισκογραφία, που, όπως ήταν φυσικό, επιστρατεύτηκαν αμέσως στο πνεύμα των ημερών. Ανέβηκαν οι πρώτες “πολεμικές επιθεωρήσεις” οι οποίες κυριάρχησαν ακόμη και στα θέατρα πρόζας: «Πολεμική Αθήνα» στο «Μοντιάλ», «Πολεμικά Παναθήναια» στο «Ρεξ» της Μαρίκας Κοτοπούλη, «Πολεμικές καντρίλιες» στο «Κεντρικόν» της Κατερίνας, «Μπράβο Κολονέλο» στο θέατρο «Αλίκη» του Κώστα Μουσούρη, «Φινίτο Μπενίτο» από τον θίασο Αργυρόπουλου και «Κορόιδο Μουσολίνι» στο «Βρετάνια».

Περνώντας από το μούδιασμα της δικτατορίας στον γνήσια πατριωτικό ενθουσιασμό, επικράτησε σ' όλους τους Έλληνες ένα βαθύ αίσθημα ευθύνης όπου ο καθένας καλούνταν να προσφέρει στον κοινό αγώνα από τη θέση που ήταν ταγμένος: «Σε 'κείνον τον πόλεμο όλοι έδωσαν τη ζωή τους, τα μάτια τους, τα χέρια τους, τα πόδια τους, την υγειά τους. Εγώ τί έδωσα; Τη φωνή μου!… Δεν μου χρωστάει λοιπόν τίποτα ούτε το ελαφρό τραγούδι ούτε η Ελλάδα. Εγώ τους χρωστάω τα πάντα, γιατί αυτά με κάνανε Βέμπο!» Μ' αυτά τα λόγια η «Τραγουδίστρια της νίκης» (όπως τη βάφτισε μετά την Απελευθέρωση ο Αχιλλέας Μαμάκης) συνόψισε με σεμνότητα τη δική της συνεισφορά στον Αγώνα.

Η τεράστια απήχηση που είχαν τα τραγούδια της στις πολεμικές επιθεωρήσεις, στο ραδιόφωνο και στις επισκέψεις στα νοσοκομεία και τους στρατώνες, οδήγησαν τον Αύγουστο του 1941 τους κατακτητές να καταστρέψουν τις μήτρες των ηχογραφήσεων της στην Κολούμπια, να της απαγορεύσουν τις εμφανίσεις σε όλα τα θέατρα της Ελλάδας και να της αφαιρέσουν την άδεια επαγγέλματος.

Έτσι αναγκαστικά, τον Οκτώβριο 1942, η Βέμπο, μαζί με τον αδελφό της τον Τζώρτζη, απέδρασε μέσω Τουρκίας στην Αίγυπτο. Εδώ, έως τον Μάρτιο του 1946, ανέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα εμψυχώνοντας τα ελληνικά και συμμαχικά στρατεύματα σ' όλη τη Μέση Ανατολή, σε στρατόπεδα, πολεμικά πλοία, νοσοκομεία και προσφυγικούς καταυλισμούς. Παράλληλα, ανέβασε επιθεωρήσεις κι' έδωσε πολλά ρεσιτάλ (με συνοδεία από τον συνθέτη Λεό Ραπίτη στο πιάνο και τον Μένιο Μανωλιτσάκη στο ακορντεόν), προσφέροντας από τις εισπράξεις για τους πρόσφυγες, τους τραυματίες και τις οικογένειες των στρατιωτών.

Με τη θριαμβευτική της επιστροφή στην απελευθερωμένη Ελλάδα το 1946, σε μια σφυγμομέτρηση της εφημερίδας «Καθημερινή» για τον δημοφιλέστερο Έλληνα, ήρθε πρώτη, με πολύ μεγάλη διαφορά από τον δεύτερο, τον γνωστό αρθρογράφο Γιώργο Βλάχο, και τον τρίτο, τον μαραθωνοδρόμο Στυλιανό Κυριακίδη.

Στα δύσκολα χρόνια του Εμφυλίου, η Βέμπο δε δίστασε να ξαναγίνει η φωνή των Ελλήνων των προδομένων από τους συμμάχους, όταν τραγούδησε το «Κάνε κουράγιο Ελλάδα μου», των Μιχάλη Σουγιούλ και Μίμη Τραϊφόρου, στην ομώνυμη επιθεώρηση στο θέατρο «Κεντρικόν», καταγγέλλοντας τα ψεύτικα τα λόγια και τις υποσχέσεις: «Ποιος το περίμενε στ' αλήθεια / να βγουν ψευτιές και παραμύθια / και να ξεχάσουν τώρα πια τα λόγια εκείνα τους / που μας τα λέγαν κάθε βράδυ απ' τα Λονδίνα τους;»

Ένα χρόνο αργότερα (1947), στο «Τραγούδι της λευτεριάς», στον εθνικό ρυθμό του συρτού καλαματιανού, μιλούσε για μιαν Ελλάδα χιλιοδοξασμένη αλλά και τόσο αδικημένη. Ενώ, στη δίνη του εμφυλίου, η Βέμπο επικαλέστηκε με το τραγούδι της την εθνική συμφιλίωση (σε στίχους πάντα του Μίμη Τραϊφόρου και μουσική του Θεόφραστου Σακελλαρίδη): «Τώρα που αίμα αδερφικό το χώμα ιδρώνει / κι' η Ελλάδα πνίγει την Ελλάδα στα βουνά / έβγα απ' τον τάφο Θοδωρή Κολοκοτρώνη / κι' αδέρφια κάνε όλους τους Έλληνες ξανά».

Στο ζενίθ της καριέρας της, μετά από δύο ρεσιτάλ στη Μασσαλία και στο Παρίσι (στη «Salle Pleyel»), επιβιβάστηκε στο υπερωκεάνιο για τις Η.Π.Α όπου έμεινε δύο χρόνια, από τον Απρίλιο 1947 έως τον Ιούνιο 1949. Μετά τo θριαμβευτικό ρεσιτάλ της στο Κάρνεγκι Χολ της Νέας Υόρκης τον Μάιο του 1947, ακολούθησε μια μεγάλη περιοδεία σ' όλες τις μεγάλες αίθουσες στις πολιτείες της ελληνικής ομογένειας.

Η σωματική και ψυχική κόπωση απ' όλη αυτή την ξέφρενη πορεία της 15χρονης -ως τότε- καριέρας της την οδήγησε στην πρώτη κρίση της υγείας της, ως αποτέλεσμα μιας σταδιακής εξάρτησης από ηρεμιστικά χάπια και αλκοόλ. Όμως, και με την επιστροφή της στην Ελλάδα το 1949, δεν αναπαύτηκε στιγμή, αλλά ξεκίνησε νέα περιοδεία, αυτή τη φορά στις μονάδες του εθνικού στρατού, στις συγκρούσεις στο Γράμμο και στο Βίτσι.

Αμέσως μετά, ακολούθησε μια εξάμηνη περιοδεία σ' όλη την… Αφρική, με μόνη συνοδεία τον ακορντεονίστα Μένιο Μανωλιτσάκη και τον αδελφό της Ανδρέα, διασχίζοντας με αυτοκίνητο τεράστιες αποστάσεις από την Αίγυπτο και το Σουδάν ως τη Ροδεσία, τη Μοζαμβίκη και τη Νότια Αφρική!

Το καλοκαίρι του 1950 έγινε πραγματικότητα το όνειρο ν' αποκτήσει δική της θεατρική στέγη. Το «Θέατρο Βέμπο» της οδού Καρόλου εγκαινιάστηκε με την επιθεώρηση «Βίρα τις άγκυρες» των Μίμη Τραϊφόρου - Γιώργου Γιαννακόπουλου, σε μουσική Ιωσήφ Ριτσιάδη, σκηνικά Γιώργου Ανεμογιάννη και σκηνοθεσία Τάκη Μουζενίδη. Στην παράσταση αυτή είπε για πρώτη φορά και το γνωστό αρχοντορεμπέτικο «Η ταμπακιέρα».

Τα επόμενα χρόνια η δραστηριότητα της επικεντρώθηκε στο ανέβασμα πολυδάπανων φαντασμαγορικών επιθεωρήσεων στο καλοκαιρινό θέατρο της, καθώς και σε χειμερινές - ανοιξιάτικες περιοδείες στην ελληνική ομογένεια σ' όλο τον κόσμο, που κατέβαλαν σταδιακά την υγεία της (οδηγώντας ακόμη και σε μια απόπειρα αυτοκτονίας το 1954) και κλόνισαν τη φωνή της.

Το 1956 πήρε μέρος στην ταινία «Στέλλα» του Μιχάλη Κακογιάννη, τραγουδώντας, δίπλα στη Μελίνα Μερκούρη, με τον δικό της τρόπο το «Φεγγάρι είναι κόκκινο» και «Ο μήνας έχει δεκατρείς» του Μάνου Χατζιδάκι. Ένα χρόνο αργότερα, ο Ντίνος Δημόπουλος μετέφερε στον κινηματογράφο τη θεατρική της επιτυχία «Στουρνάρα 288», όπου πρωταγωνίστησε τραγουδώντας «Πού είναι εκείνη η αγάπη μας;» και «Να ξαναγύριζαν τα χρόνια τα παλιά». Αυτή ήταν η τρίτη και τελευταία ταινία όπου έπαιξε.

Τη χρονιά εκείνη (1957), μετά τον θάνατο της μητέρας της, παντρεύτηκε και τον Μίμη Τραϊφόρο, επισφραγίζοντας τον θυελλώδη δεσμό που ξεκίνησε το 1940 στα παρασκήνια της «Πολεμικής Αθήνας». Η σχέση ζωής που είχε μαζί του στάθηκε πηγή έμπνευσης για πλήθος τραγούδια και θεατρικά κομμάτια, καθώς και μόνιμη πηγή έντασης για την έντονη αλλά κι' εξαιρετικά ευαίσθητη ιδιοσυγκρασία της. Το 1968 γιόρτασε τα 35 χρόνια της στο τραγούδι, με μια μεγάλη αποχαιρετιστήρια συναυλία στο Αλεξάνδρειο Μέλαθρον της Θεσσαλονίκης.

Στην εξέγερση του Πολυτεχνείου έδωσε άσυλο σε πολλούς φοιτητές στο διαμέρισμά της που βρισκόταν στην οδό Στουρνάρα, αποτρέποντας τη σύλληψή τους. Στη μεταπολίτευση, με την εμφάνισή της στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Καλλιμάρμαρο για την επάνοδο της Δημοκρατίας, αποθεώθηκε από το κοινό όταν τραγούδησε σε στίχους του Τραϊφόρου: «Παιδιά, της Ελλάδας παιδιά, και τα τανκς γονατίσαν 'κείνη τη βραδιά…» Ο θάνατος της στις 11 Μαρτίου 1978 ήρθε να κλείσει μια ζωή γεμάτη και πολυτάραχη και μια καριέρα εκθαμβωτική που άγγιξε τα όρια του μύθου.


Από συνέντευξη της Σοφίας Βέμπο
στο περιοδικό «Ταχυδρόμος», 11 Μαρτίου 1976.

- ΕΡ. «Κυρία Βέμπο, πού βρίσκεστε και με τι ασχολείσθε σήμερα;».
- Σ.Β.: «Πού θέλετε να βρίσκομαι; Στην κουζίνα του σπιτιού μου, Στουρνάρα 49Α. Άλλωστε και στις παλιές καλές μέρες που ήμουνα επίκαιρη, εκεί θα με βρίσκατε, πάντα αντικοσμική και πάντα αντιπαρασκηνιακή. Μου άρεσε το μαγείρεμα στο σπίτι μου κι' όχι το… παρασκηνιακό μαγείρεμα!».

- ΕΡ. «Υπήρξατε το είδωλο τριών γενεών. Τώρα που τα πράγματα έχουν αλλάξει πώς αισθάνεσθε;».
- Σ.Β.: «Εγώ προσωπικά δεν αισθάνθηκα ποτέ μου είδωλο. Υπάρχουν είδωλα που τα δημιουργεί η επικαιρότης και οι εποχιακές συνθήκες. Σημασία έχει να επιζούν στη μνήμη των ανθρώπων κι' όχι στα εξώφυλλα των περιοδικών…».

- ΕΡ. «Υπάρχουν κατά τη γνώμη σας σήμερα είδωλα στο τραγούδι;».
- Σ.Β.: «Πάρα πολλά. Αλλά είναι τόσα πολλά τα είδωλα στα μεταπολεμικά χρόνια κι' είναι τόσο περαστικά, που δεν προφταίνεις μήτε τ' όνομα τους να θυμηθείς! Έρχονται και φεύγουν με τη γρηγοράδα που έρχονται και φεύγουν τα πάντα στην ανελέητη και γιομάτη σύγχυση εποχή μας. Πολλά τα είδωλα της εποχής μας, που ανεβάζει και ρίχνει τα είδωλα της με μια εκπληκτική ευκολία και σκληρότητα…».

- ΕΡ. «Πώς βλέπετε σήμερα το Ελληνικό Τραγούδι;».
- Σ.Β.: «Δεν προφταίνεις να το μάθεις, να το ξεχωρίσεις και να το χαρείς το σημερινό τραγούδι. Γιατί είναι τόσο πολύς ο χείμαρρος των τραγουδιών, των εκτελεστών, των δίσκων, των κασετών που κυκλοφορούν, ώστε μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά!».

- ΕΡ: «Αν αρχίζατε απ' την αρχή τι θα γινόσασθε;».
- Σ.Β.: «Είμαι πάρα πολύ ευχαριστημένη όπως είμαι. Δε θα 'θελα να γίνω τίποτα παραπάνω απ' ό,τι μ' έκανε η αγάπη του κόσμου… Τα τραγούδια μου δεν ήταν ποτέ κομματικοποιημένα, αλλά πατριωτικά! Ποτέ μου δεν ασχολήθηκα ενεργά με την πολιτική, απευθύνομαι ως καλλιτέχνις σε όλους τους Έλληνες!».


Photo credit: Tassos Vrettos © October 10, 2013

Ακολουθήστε μας: 
· YOUTUBE 
 
| Professor of Ethnomusicology at the Faculty of Music Studies in the National and Kapodistrian University of Athens Lambros Liavas wrote about the legendary Greek singer and actress Sofia Vembo (1910 - 1978), on the occasion of the Greek musical performance “I Marinella sinanta ti Vembo (Marinella meets Vembo)” by Petros Zoulias at the Badminton Theater in Athens, Greece, from January 22, 2014. | Source: PROGRAMME (Booklet).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου